Αρχικές Εργαστηριακές εξετάσεις στην εγκυμοσύνη – Προγεννετικός έλεγχος

Αρχικές Εργαστηριακές εξετάσεις στην εγκυμοσύνη – Προγεννετικός έλεγχος

Στην πρώτη σας επίσκεψη, ο Μαιευτήρας σας, αφού τεκμηριώσει κλινικά και υπερηχογραφικά την ύπαρξη μιας βιώσιμης εγκυμοσύνης, θα σας συστήσει στα πλαίσια του προγεννητικού εργαστηριακού ελέγχου, μια σειρά εξετάσεων που πρέπει να γίνουν στην αρχή της εγκυμοσύνης σας. Οι εξετάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

  • Γενική εξέταση αίματος (αιματοκρίτης, αιμοσφαιρίνη, λευκά αιμοσφαίρια, αιμοπετάλια)
  • Γενική εξέταση και καλλιέργεια ούρων
  • Σάκχαρο, ουρία και κρεατινίνη αίματος
  • Προσδιορισμός ομάδας αίματος και παράγοντα Rhesus
  • Ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης (έλεγχος για κληρονομικές αναιμίες, όπως μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία, κλπ)
  • Σίδηρος και φερριτίνη αίματος
  • Ορολογικός έλεγχος ηπατιτίδων (ΗΒsAg, anti-HCV)
  • Ορολογικός έλεγχος σύφιλης (RPR – VDRL)
  • Ορολογικός έλεγχος AIDS (HIV I-II)
  • Αντισώματα ερυθράς (IgM, IgG)
  • Αντισώματα τοξοπλάσματος (IgM, IgG)
  • Αντισώματα κυτταρομεγαλοϊού (IgM, IgG)
  • Καλλιέργεια κολπικού υγρού

Σε περίπτωση που δεν έχει γίνει πρόσφατο Παπ τεστ, θα πρέπει να πραγματοποιείται στην πρώτη επίσκεψη ή γενικά στο πρώτο τρίμηνο. Στην αρχή της κύησης είναι απαραίτητη η εξέταση από ειδικό καρδιολόγο και σε περιπτώσεις που υπάρχει πιθανή καρδιοπάθεια ή ιστορικό καρδιοπάθειας, συνιστάται η παρακολούθηση από τον καρδιολόγο καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Αυτές οι εξετάσεις θεωρούνται απαραίτητο να πραγματοποιηθούν στην αρχή της εγκυμοσύνης, ωστόσο ο Δρ Παππάς Ασημάκης ενδέχεται να σας ζητήσει να πραγματοποιήσετε και άλλες εξετάσεις που εκείνος κρίνει απαραίτητες, για την ασφάλειά σας και την ασφάλεια του μωρού σας.

Προγεννητικός έλεγχος

Γενική αίματος

Στη γενική αίματος ελέγχουμε τα βασικά χαρακτηριστικά του αίματος, όπως τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης, τα λευκά αιμοσφαίρια, τον αιματοκρίτη, τα αιμοπετάλια. Η αιμοσφαιρίνη είναι η βασική πρωτεΐνη που περιέχει σίδηρο και μεταφέρει το οξυγόνο στους ιστούς και το έμβρυο. Χαμηλά επίπεδα αιμοσφαιρίνης σημαίνουν αναιμία. Θα πρέπει να εμπλουτίσετε το διαιτολόγιο σας με συμπληρώματα σιδήρου και τροφές πλούσιες σε σίδηρο. Τα λευκά αιμοσφαίρια αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος και σε περίπτωση αύξησης τους δείχνουν λοίμωξη. Φυσιολογικά τα λευκά αιμοσφαίρια παρουσιάζουν αύξηση στην κύηση αλλά ο ιατρός σας θα κρίνει σε κάθε περίπτωση. Τα αιμοπετάλια δείχνουν την ικανότητα του αίματος να πήζει σε περίπτωση αιμορραγίας.

Γενική ούρων

Στη γενική ούρων διαπιστώνουμε την κατάσταση των νεφρών, όργανα που υπερλειτουργούν κατά την εγκυμοσύνη. Ανεύρεση πολλών πυοσφαιρίων είναι ένδειξη ουρολοίμωξης. Σε αυτή την περίπτωση θα γίνει καλλιέργεια ούρων για να διαπιστωθεί το μικρόβιο και να δοθεί η ανάλογη θεραπεία. Αν εντοπισθεί σάκχαρο στα ούρα σε δύο συνεχόμενες εξετάσεις, αυτό είναι ένδειξη διαβήτη κύησης και θα πρέπει να κάνετε ειδική εξέταση αίματος για να ελεγχθούν οι τιμές της γλυκόζης στο αίμα. Υψηλό λεύκωμα στα ούρα είναι ένδειξη προεκλαμψίας ή λοίμωξης του ουροποιητικού. Η παρουσία κετόνης στα ούρα υποδεικνύει διαταραχές στο μεταβολισμό και αποτελεί ένδειξη διαβήτη.

Σάκχαρο

Το σάκχαρο είναι αρκετά σημαντική εξέταση που μπορεί να διαπιστώσει ακόμα και από την αρχή της εγκυμοσύνης, διαβήτη κύησης που είναι συχνότερος σήμερα. Αν διαπιστωθεί αύξηση του σακχάρου στην αρχή της εγκυμοσύνης, τότε θα γίνεται συχνότερα εξέταση. Αργότερα στις 24-28 εβδομάδες μπορεί να γίνει η δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη (καμπύλη σακχάρου) για τη διάγνωση του διαβήτη κύησης.

Ομάδα αίματος και ρέζους (Rh)

Οι εξετάσεις θα αναδείξουν την ομάδα αίματος και τον παράγοντα ρέζους. Η ομάδα είναι σημαντική σε περίπτωση μετάγγισης. Ο παράγων ρέζους είναι πιο σημαντικός στην εγκυμοσύνη. Όταν βρίσκεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια έχουμε ρέζους θετικό, σε περίπτωση απουσίας του έχουμε ρέζους αρνητικό. Σε μια γυναίκα ρέζους αρνητική, αν ο σύντροφος της είναι ρέζους θετικός, ή έχει γεννήσει άλλο παιδί ρέζους θετικό, τότε χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην εγκυμοσύνη.

Έμμεση Coombs

Είναι μια εξέταση με την οποία γίνεται ανίχνευση ευαισθητοποίησης του ρέζους σε ρέζους αρνητική εγκυμονούσα ή ευαισθητοποίησης από άλλα αντιγόνα ακόμα και σε ρέζους θετική γυναίκα. Ένα θετικό αποτέλεσμα της έμμεσης Coombs στην κύηση, συνεπάγεται ότι η εγκυμονούσα έχει ευαισθητοποιηθεί στον παράγοντα ρέζους (Rh) από προηγούμενη κύηση, αποβολή ή μετάγγιση. Η ανοσολογική απάντηση της μητέρας κατά του εμβρύου μπορεί να εκτιμηθεί ποσοτικά με την έκφραση των τίτλων των συγκεκριμένων αντισωμάτων στον ορό του μητρικού αίματος. Εφόσον οι τίτλοι των αντισωμάτων διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα η κύηση διεξάγεται ομαλά. Αντίθετα όταν οι τίτλοι των αντισωμάτων στο μητρικό αίμα είναι υψηλοί, η αντιμετώπιση εξατομικεύεται ανάλογα με την ηλικία κύησης και το βαθμό της αναιμίας του εμβρύου.

Σίδηρος και Φεριττίνη

Ο σίδηρος είναι βασικό συστατικό για τη δημιουργία της αιμοσφαιρίνης και τη μεταφορά του οξυγόνου. Συνήθως, οι γυναίκες με τη μηνιαία απώλεια αίματος λόγω περιόδου έχουν έλλειψη σιδήρου. Στη εγκυμοσύνη δίνονται συμπληρώματα σιδήρου, λόγω αυξημένης ανάγκης της μητέρας και του εμβρύου. Η φεριττίνη εκφράζει τα αποθέματα σιδήρου στον οργανισμό.

Ηλεκτροφόρηση Αιμοσφαιρίνης

Γίνεται για τη διάγνωση των αιμοσφαιρινοπαθειών και είναι μία δοκιμασία η οποία μετράει τα διάφορα είδη αιμοσφαιρίνης στο αίμα. Δείχνει αν είστε φορέας του στίγματος της μεσογειακής αναιμίας ή άλλης αναιμίας. Σε περίπτωση που η εξέταση είναι θετική πρέπει να γίνει έλεγχος του πατέρα για να διαπιστωθεί αν είναι και αυτός φορέας. Αν έχουμε δύο θετικά αποτελέσματα πρέπει να ελέγξουμε το έμβρυο για νόσο μεσογειακής ή άλλης αναιμίας.

Test δρεπανώσεως

Διερεύνηση για κίνδυνο δρεπανοκυτταρικής αναιμίας.

Έλεγχος θυρεοειδικής λειτουργίας

Ελέγχεται η ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς, ο οποίος καθορίζει συνολικά το μεταβολισμό του οργανισμού και επηρεάζει την πορεία της εγκυμοσύνης. Ο έλεγχος των αντισωμάτων ελέγχει και την πιθανότητα εκδήλωσης αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας, που κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να απειλήσουν την ασφάλεια της.

Τοξόπλασμα

Γίνεται έλεγχος για αντισώματα έναντι τοξοπλάσματος. Το τοξόπλασμα είναι ένα παράσιτο που ζει στις ακαθαρσίες της γάτας. Τα παράσιτα επιβιώνουν για μήνες και μολύνουν το έδαφος, το χώμα, τα φρούτα και τα λαχανικά. Ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να μολυνθεί από την άμεση επαφή με τις γάτες, από κρέας μολυσμένο που δεν έχει ψηθεί αρκετά (χοιρινό, αρνί, μοσχάρι ή πουλερικά που είναι φορείς για χρόνια χωρίς συμπτωματολογία) και από πράσινα λαχανικά που έχουν έρθει σε επαφή με χώμα μολυσμένο από τοξόπλασμα (περιττώματα ζώου). Σε περίπτωση μόλυνσης, εκτός εγκυμοσύνης, η γυναίκα δημιουργεί αντισώματα κατά του μικροβίου που συνήθως την προστατεύουν για την υπόλοιπη ζωή της. Αν όμως προσβληθεί στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, που δεν υπάρχουν τα αντισώματα, τότε το μικρόβιο προσβάλλει το έμβρυο δημιουργώντας αποβολές ή βαριά προβλήματα στο έμβρυο. Σε περίπτωση που η έγκυος δεν έχει έρθει σε επαφή με τοξόπλασμα συστήνεται ιδιαίτερη προσοχή στην υγιεινή και γίνεται τακτικός έλεγχος των αντισωμάτων.

Ερυθρά

Με τη συγκεκριμένη εξέταση διαπιστώνεται αν η έγκυος έχει αντισώματα κατά της ερυθράς. Αν δεν έχει ανοσία τότε πρέπει να αποφεύγει την επαφή με άτομα που έχουν ερυθρά. Αν κολλήσει στο πρώτο τρίμηνο, τότε το έμβρυο κινδυνεύει να προσβληθεί από τύφλωση, κώφωση και καρδιακά προβλήματα. Σε περίπτωση μόλυνσης στο πρώτο τρίμηνο, συνήθως γίνεται διακοπή της κύησης. Σε γυναίκες εκτός εγκυμοσύνης που προγραμματίζουν εγκυμοσύνη, αν δεν υπάρχει ανοσία συνιστάται το εμβόλιο.

Μεγαλοκυτταροϊός (CMV)

Είναι ιός με σχετικά εύκολο τρόπο διάδοσης, αλλά μικρή νοσηρότητα ή εκδήλωση συμπτωμάτων. Αποτελεί την πιο συχνή λοίμωξη στην εγκυμοσύνη. Η καλή υγιεινή του σώματος και το συχνό πλύσιμο των χεριών κρίνονται απαραίτητα, ιδιαίτερα αν περιβάλλεστε από μικρά παιδιά και διανύετε το 1ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, οπότε η επαφή για πρώτη φορά με τον ιό κρίνεται άκρως επικίνδυνη για την υγεία του εμβρύου (αυξημένη πιθανότητα αποβολής, αναιμία του εμβρύου, διανοητική υστέρηση, κώφωση ή και τύφλωση).

Ηπατίτιδες

Σε περίπτωση που η έγκυος πάσχει από ηπατίτιδα πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερη μέριμνα σε οποιαδήποτε επέμβαση στην εγκυμοσύνη για να μην μεταφερθεί ο ιός στο έμβρυο. Πιο σημαντική είναι η περίοδος του τοκετού και της λοχείας ώστε να μην έχουμε μόλυνση του εμβρύου από τον ιό. Στο έμβρυο μετά τον τοκετό γίνεται ανοσοπροφύλαξη και εμβόλιο. Ανιχνεύονται το αυστραλιανό αντίγονο για τον εντοπισμό πιθανούς μόλυνσης από τον ιό της ηπατίτιδας Β καθώς και αντισώματα της ηπατίτιδας C.

Σύφιλη (VDRL)

Η σύφιλη οφείλεται στον μικροοργανισμό ωχρά σπειροχαίτη (treponema pallidum). Μεταδίδεται με άμεση επαφή με τις βλάβες του δέρματος ή των βλεννογόνων και τις εκκρίσεις (σίελο, σπέρμα, κολπικά υγρά) κατά τη σεξουαλική επαφή ενώ μετάδοση μπορεί να γίνει και με μετάγγιση αίματος, αν ο δότης βρίσκεται στα πρώτα στάδια της νόσου. Η σπειροχαίτη περνάει τον πλακούντα προς το έμβρυο λίγο πριν από το τέλος του τέταρτου μήνα της εγκυμοσύνης. Γι’ αυτό αν γίνει έγκαιρα διάγνωση και θεραπεία, πριν από το διάστημα αυτό, η μόλυνση του εμβρύου προλαμβάνεται. Η σύφιλη σήμερα είναι σπάνιο νόσημα. Σε περίπτωση που μια γυναίκα έχει προσβληθεί από αυτό το μικρόβιο πρέπει να γίνει θεραπεία πριν την εγκυμοσύνη.

Καρδιολογική εξέταση

Η καρδιά είναι όργανο που στην εγκυμοσύνη υπερλειτουργεί, έτσι μια καρδιολογική εξέταση και ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα θεωρούνται απαραίτητα για να αποκλείσουμε τυχόν προβλήματα που μπορούν να προέλθουν από την καρδιά της εγκύου.

Καλλιέργεια Κολπικού Υγρού

Στις πρώτες εβδομάδες της κύησης γίνεται πάντα μια καλλιέργεια κολπικού υγρού για να διαπιστωθεί αν υπάρχει κάποια μόλυνση που θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα στην εγκυμοσύνη. Γίνεται καλλιέργεια για μικρόβια όπως στρεπτόκοκκος group Β (GBS), Gardnerella vaginalis, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, βλεννόρροια, τριχομονάδες κ.α. καθώς επίσης για χλαμύδια, μυκόπλασμα, ουρεόπλασμα. Τα μικρόβια μπορούν να δημιουργήσουν προβλήματα στην εγκυμοσύνη, όπως ρήξη υμένων, πρόωρο τοκετό και μόλυνση εμβρύου. Σε περίπτωση μόλυνσης δίνεται η ανάλογη θεραπεία και επαναλαμβάνεται η καλλιέργεια μετά το τέλος της. Η καλλιέργεια κολπικού υγρού επαναλαμβάνεται κατά τον όγδοο μήνα για να διερευνήσουμε τυχόν μικρόβια (κυρίως GBS) που θα μπορούσαν να μολύνουν το έμβρυο κατά τον τοκετό.